Σαμάντα Σβέμπλιν: Επτά άδεια σπίτια, Εκδόσεις Πατάκη
από τη Θέμιδα Παναγιωτοπούλου
Η Σαμάντα Σβέμπλιν, γεννημένη το 1978 στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής, και ζώντας σήμερα στο Βερολίνο, μεταφράζεται σε περισσότερες γλώσσες από όσες θα μπορούσε να φανταστεί πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας. Αυτό δε συμβαίνει τυχαία, καθώς η Σβέμπλιν, κατόρθωσε να σπάσει το φράγμα της πολιτικής ορθότητας, μέσα από την αποτύπωση ανορθόδοξων εικόνων που πόρρω απέχουν από το μέσο όρο της λογοτεχνικής γραφής.
Τα επτά άδεια σπίτια, είναι διηγήματα που εκφράζουν τον πόνο και την απόγνωση, καθώς και όλο το συναισθηματικό βάθος καταστάσεων ανθρώπινων και δύσκολων, με έναν τρόπο υπόρρητο και όχι κραυγαλέο. Ο λιτός τρόπος αφήγησης, περιστατικών αλλόκοτων που αναφέρονται στην απώλεια, το φόβο, την άνοια και τις ανθρώπινες σχέσεις, εντείνει το ηχηρό εφέ των συναισθημάτων που προσπαθεί να περιγράψει η Σαμάντα Σβέμπλιν...
Από όλα τα διηγήματα που περιλαμβάνονται μέσα στα 'Επτά άδεια σπίτια', θα ξεχωρίσω περισσότερο το διήγημα με τίτλο "Τίποτε από όλα αυτά''...Πρόκειται για την απάντηση που έλαβε μια κόρη από τη μητέρα της, όταν τη ρώτησε για ποιο λόγο λειτουργεί όπως λειτουργεί. Δηλαδή, για ποιο λόγο την παίρνει μαζί της με το αυτοκίνητο, εισβάλλουν σε ξένα σπίτια, καρπώνονται διάφορα αντικείμενα και πολλές φορές βλέπει τη μητέρα της να προσπαθεί να οικειοποιηθεί τον τρόπο ζωής άλλων ανθρώπων; τη ρωτά αν της λείπουν τα λεφτά ή το lifestyle μιας ζωής που δε διάγει; Τίποτε από όλα αυτά...απαντά η μητέρα της! Στη συνέχεια έχοντας επιστρέψει σπίτι, παρακολουθεί τη μητέρα της να θάβει στον κήπο του σπιτιού τους μια σπάνια ζαχαριέρα. Η Σβέμπλιν εδώ περιγράφει με μοναδική οξυδέρκεια, μια κατάσταση παραφροσύνης, που έχει ως εφαλτήριο το σύγχρονο τρόπο ζωής. Άνθρωποι που δεν κατάφεραν να αποκτήσουν προϊόντα κοινωνικού status, τέτοια που θα επικύρωναν την επιτυχία τους μέσα σε ένα σύστημα που γεμίζει tick σε μια ατέλειωτη λίστα από 'επιθυμίες' και κοινωνικές προσταγές, γίνονται έρμαια σε ένα κυνήγι αλυσιτελές, σε έναν αγώνα να γευτούν ένα κομμάτι ενός 'τρόπου ζωής', από τον οποίο νιώθουν απόκληροι...
Αν και μου αρέσουν αρκετά τα διηγήματα, σπάνια θα μπω στη διαδικασία να διαλέξω κάποια από αυτά. Η Σαμάντα Σβέμπλιν, υπήρξε πολύ άξια επιλογή. Γιατί διαθέτει ένα μοναδικά λιτό και αιχμηρό τρόπο γραφής, ικανό να απογειώνει τις μικρές ιστορίες και να τις κάνει να μένουν ριζωμένες στο μυαλό του αναγνώστη για πολλά χρόνια. Αρετή πολύ σπάνια σε διηγηματογράφους!
''...Η γυναίκα απομένει να με κοιτάζει, της παίρνει λίγα δευτερόλεπτα να αντιληφθεί αυτό που μόλις είπα. Μετά αφήνει την τσάντα της στο τραπέζι και απομακρύνεται αργά. Μοιάζει να της είναι δύσκολο να προχωρήσει ανάμεσα στην πολυθρόνα και στην τηλεόραση, ανάμεσα στους πύργους από στοιβαγμένες κούτες που υπάρχουν παντού, λες και κανένα μέρος δεν είναι κατάλληλο για να αρχίσει να ψάχνει. Έτσι συνειδητοποιώ τί είναι αυτό που θέλω. Θέλω να τα κάνει όλα άνω κάτω. Θέλω να μετακινήσει τα πράγματά μας, θέλω να τα κοιτάξει, να τα απομακρύνει και να τα διαλύσει. Να βγάλει τα πάντα έξω από τις κούτες, να τα πατήσει, να τους αλλάξει θέση, να πέσει στο πάτωμα κι επίσης να κλάψει. Και θέλω να μπει η μητέρα μου. Γιατί, αν η μητέρα μου μπει αυτή ακριβώς τη στιγμή, αν συνέλθει γρήγορα από τη νέα της ταφή και επιστρέψει στην κουζίνα, θα την ανακουφίσει να δει πώς τα κάνει όλα αυτά μια γυναίκα που δεν έχει τη δική της πολύχρονη εμπειρία, ούτε ένα σπίτι στο οποίο να γίνονται σωστά αυτού του είδους τα πράγματα, όπως ταιριάζει.''