Rene Karabash: Ορκισμένη, Εκδόσεις Μεταίχμιο

από τη Θέμιδα Παναγιωτοπούλου
Σε συνέντευξη που έδωσε η συγγραφέας από τη Βουλγαρία Rene Karabash, αναφορικά με την πρόσφατη κυκλοφορία στα ελληνικά του βιβλίου της 'Ορκισμένη', που δικαίως προκάλεσε πάταγο στα λογοτεχνικά δρώμενα, είπε ότι ασχολήθηκε με ένα σοβαρό ιστορικό και κοινωνικό φαινόμενο της γειτονικής Αλβανίας, το οποίο εξακολουθεί και στις μέρες μας να υφίσταται. Το Κανούν. Προέρχεται από την ελληνική λέξη 'κανόνας', η οποία αργότερα μέσω αραβικών και τουρκικών επιρροών, πέρασε στο αλβανικό λεξιλόγιο ως 'Κανούν'.
Πρόκειται για έναν κώδικα που δημιουργήθηκε γύρω στον 15ο αιώνα, από τον Λεκ Ντουκαγκίνι, έναν Αλβανό ευγενή. Ρυθμίζει κάθε πτυχή της ζωής ενός ορεσίβιου και εφαρμόστηκε κυρίως σε περιοχές της βόρειας Αλβανίας, γρήγορα όμως επεκτάθηκε και αλλού. Στο Κανούν, πρωταρχικό ρόλο παίζουν ζητήματα τιμής. Η βεντέτα μπορεί να κρατήσει και δεκαετίες μέχρι πολλές φορές να δολοφονηθούν όλα τα αρσενικά μέλη μιας οικογένειας και οι απόγονοί τους. Μοναδική διέξοδος, οι Κούλες, οχυρωμένα σπίτια δηλαδή όπου για όσους έχει έρθει η σειρά τους να δολοφονηθούν, πρέπει να μείνουν κλεισμένοι εκεί μέσα ή να εξαφανιστούν από τη χώρα...
Το Κανούν, θεωρήθηκε κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας, τρόπος διατήρησης της ανεξαρτησίας των Αλβανών.
Μάλιστα σε άρθρο διάβασα προσφάτως, ότι ο Έντι Ράμα, προστατεύει σπίτι στα Τίρανα όπου είναι γνωστό ότι κρύβεται οικογένεια που θέλει να ξεφύγει από τον κώδικα του Κανούν. Η μπέσα, που στα ελληνικά ερμηνεύεται ως κώδικας τιμής ενός ανθρώπου, στο αλβανικό λεξιλόγιο και στον κώδικα του Κανούν, σημαίνει το χρονικό διάστημα ασυλίας που έχει δοθεί σε εκείνον που πρόκειται να δολοφονηθεί και εντός του οποίου, ο δολοφόνος δεν πρέπει να τον κυνηγήσει. Οφείλει δηλαδή να τηρήσει τη μπέσα.
Οι γυναίκες δε συμμετέχουν σε αυτόν τον κύκλο βίας γιατί δε θεωρούνται ισάξιες με τους άντρες.
Τί είναι όμως οι ορκισμένες;
Ορκισμένες είναι οι γυναίκες που θέλουν να αποφύγουν έναν γάμο που έχει κανονιστεί, ή γυναίκες που έχουν χάσει την παρθενιά τους άρα θα δολοφονηθούν την πρώτη νύχτα του γάμου τους και για τον λόγο αυτό γίνονται ορκισμένες. Δηλαδή ξεχνάνε για πάντα τη γυναικεία τους φύση, ντύνονται σαν άντρες, μετατρέπονται στον γιο της οικογένειάς τους, κάτι που εξυπηρετεί συχνά οικογένειες που δεν έχουν γιο παρά μόνο κόρες. Οι ορκισμένες μένουν για πάντα παρθένες, παύουν να θυμίζουν γυναίκες μετά από κάποιο χρονικό διάστημα και μπορούν να πηγαίνουν ακόμα και στο καφενείο μαζί με άντρες να κουβεντιάζουν μαζί τους. Ας υποθέσει κανείς ότι πρόκειται για κάποιο είδος 'ιέρειας' που πια κανένας δεν την ενοχλεί, ενώ μπορεί να ασχολείται και με τις υποθέσεις της οικογένειας που σε διαφορετική περίπτωση θα αναλάμβανε ένας γιος.
Η Rene Karabash, λέγεται στην πραγματικότητα Ιρένε Ιβάνοβα, αλλά όπως λέει η ίδια, χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο αυτό γιατί Karabash ήταν κάποιος πολύ ισχυρός άνδρας από το γενεαλογικό δέντρο της μητέρας της, για τον οποίο έκανε λόγο ο παππούς και η γιαγιά της αλλά και η μητέρα της.
Στο αριστούργημα αυτό, που όμοιό του δεν έχω διαβάσει εδώ και πολλά χρόνια, η συγγραφέας γράφει ζωντανά σαν να πρόκειται για θεατρικό έργο. Δεν είναι τυχαίο ότι είναι ηθοποιός και θεατρική συγγραφέας. Η γραφή της είναι καταιγιστική, μέσα στην ίδια παράγραφο συχνότατα διασταυρώνονται σκέψεις διαφορετικών προσώπων που συνομιλούν ζωντανά μεταξύ τους, χωρίς τον φραγμό που συχνά συνιστά μιας συμπαγής και προβλέψιμη λογοτεχνική δομή.
Η Μπεκιά ακούει μέσα από την κοιλιά της μητέρας της πόσο ανεπιθύμητη είναι. Γίνεται τότε Μάτια. Μετατρέπεται στον πολυπόθητο γιο. Τί θα γίνει όμως όταν θα βρει την αγάπη στο πρόσωπο μιας γυναίκας; Η φυγή είναι αρκετή;
Πάρα πολλοί αναγνώστες είπαν ότι πρόκειται για μια παράδοξη queer ιστορία. Νομίζω όμως ότι αυτός ο περιορισμός υποτιμά τα αναρίθμητα κοινωνικά, ιστορικά και πολιτικά ζητήματα που θέτει το έργο αυτό, και που είναι κυρίαρχα σε σχέση με την ιστορία αγάπης δύο γυναικών.
Η Rene Karabash, κλείνει την αυλαία της γραφής της, με μια εξομολογητήρια επιστολή της προς τους πανταχού αναγνώστες, μετατρέποντας τον εαυτό της σε ηρωίδα της ιστορίας της...
...''απέμεινε μονάχα ένα πράγμα να κάνω, ν'ανοίξω τα κλουβιά των περιστεριών, περνάω από τον κάθε σύρτη στα πορτάκια, τους τραβάω προς τα πίσω, στην κατεύθυνση του παρελθόντος, αυτή η μηδαμινή κίνηση που κάνω κάθε μέρα από δυο φορές, τώρα είναι γιορτινή, σήμερα είναι τελετουργική, επειδή την κάνω για στερνή φορά, ίσως να αφήνω τα πουλιά προς την ελευθερία, παρότι ξέρω, ότι δε θα φύγουν μακριά, τα περιστέρια πάντα επιστρέφουν εκεί, όπου τα πρώτα πούπουλά τους είχανε κοπεί
το σπίτι σου είναι εκεί όπου σου κόβουν τα φτερά σου...''