Oğuz Atay: Αποσυνάγωγοι, Εκδόσεις Gutenberg

2022-11-15

από τη Θέμιδα Παναγιωτοπούλου

Εκπρόσωπος της μοντέρνας τουρκικής λογοτεχνίας, ο Oguz Atay, που γεννήθηκε το 1934 και απεβίωσε το 1977 στην Τουρκία, άφησε ως παρακαταθήκη στα τουρκικά γράμματα αλλά και την παγκόσμια λογοτεχνία, το ασύλληπτα ογκώδες έργο -1000 περίπου σελίδες στην εξαιρετική ελληνική του μετάφραση από τη Νίκη Σταυρίδη-, «Αποσυνάγωγοι». Αν κάποιος δυσφορεί με το υπερμοντέρνο ύφος γραφής, που δεν ακολουθεί κανόνες ούτε ως προς το ύφος γραφής, ούτε ως προς την πλοκή, καλό θα ήταν να μην προχωρήσει στην ανάγνωση του εν λόγω βιβλίου.

Κατά μία έννοια, θυμίζει σε αρκετά σημεία το Κουτσό του Χούλιο Κορτάσαρ, που προηγήθηκε χρονικά κατά 13 χρόνια. Αν και δεν υπάρχει αντίστοιχη υποσημείωση μέσα στο έργο του Atay (όπως συμβαίνει με το Κουτσό του Χούλιο Κορτάσαρ), ότι θα μπορούσε να διαβαστεί και 'ανορθόδοξα', χωρίς δηλαδή να ακολουθεί κανείς την αρίθμηση των σελίδων, νομίζω ότι είναι ένα κείμενο που επιτρέπει άνετα τέτοιου είδους αναγνωστικούς πειραματισμούς.

Πρόκειται για ένα έργο απεικόνισης της τουρκικής κοινωνίας των μέσων του 20ού αιώνα, μέσα από μία ομάδα διανοούμενων, που φαίνεται ότι καμία έννοια δε μπορεί να σταθεί αρκετά σημαντική, ώστε να προσδεθεί πάνω σε αυτή, το νήμα της ζωής τους. Ενδιαφέρον προκαλεί η εισαγωγική επισήμανση του εκδότη, που σπεύδει να κατακρημνίσει οποιαδήποτε σύνδεση των χαρακτήρων του βιβλίου του Oguz Atay, με τη δομή της τουρκικής κοινωνίας, τονίζοντας ότι οι χαρακτήρες αυτοί όπως παρουσιάζονται μέσα από τους Αποσυνάγωγους, θα ήταν πιο ολοκληρωμένες προσωπικότητες, αν ήταν τοποθετημένοι στο πλαίσιο ενός παραμυθιού...

Ποιοι είναι όμως οι Αποσυνάγωγοι του Oguz Atay;

Πρόκειται για την ιχνηλάτηση της ζωής του Σελίμ Ισίκ, ο οποίος έκοψε το νήμα της ζωής του, μη βρίσκοντας κανένα σημείο αναφοράς από το οποίο να μπορεί να κρατηθεί. Ο φίλος του Τουργκούτ, ζώντας μέσα σε ένα μικροαστικό σκηνικό, ενός προδιαγεγραμμένου ως προς τη ρουτίνα γάμου, χάνεται μέσα στις σκέψεις του, στις οποίες πρωταγωνιστεί το φάντασμα του Σελίμ. Η διαρρύθμιση του σπιτιού του Τουργκούτ, αποτελεί στοιχείο της λογοτεχνικής πρόζας του Atay, εφόσον μέσα από την τοποθέτηση των αντικειμένων και τη συχνή αναφορά στη 'σαλοτραπεζαρία' που έκανε άλλοτε το Σελίμ να δυσφορεί, απεικονίζεται ένα κομμάτι της κουλτούρας του αστικού βίου της τουρκικής κοινωνίας. Εκτός από την αναφορά σε εσωτερικούς χώρους, υπάρχει και η απεικόνιση του εξωτερικού αστικού περιβάλλοντος, η περιγραφή του γκρίζου τσιμεντένιου σκηνικού που συνθέτει την οπτική που έχουν οι κάτοικοι για την πόλη τους, καθώς και η σκιαγράφηση στιγμών της καθημερινότητας, όπως μέσα σε δημόσια μέσα μεταφοράς και σε δημόσιες υπηρεσίες που ακολουθούν απρόσκοπτα τη δομή του Πύργου του Κάφκα. Οι υπαρξιακές αναζητήσεις του Σελίμ, του Τουργκούτ και άλλων φίλων του Σελίμ, με τους οποίους έρχεται σε επαφή ο Τουργκούτ μετά το θάνατο του Σελίμ, θυμίζουν αρκετά τον Αντουάν Ροκαντέν στη Ναυτία του Σάρτρ. Ο ήρωας του γνωστού γαλλικού μυθιστορήματος, που είχε εγκατασταθεί στη φανταστική πόλη Μπουβίλ, προσπαθεί να ξεπεράσει τη ναυτία που του προκαλεί η αστική τάξη πραγμάτων, καταφεύγοντας στη συγγραφή μιας φανταστικής ιστορίας, που θα αποτελούσε το μέσο υπέρβασης της πραγματικότητάς του. Ο Σελίμ, αλλά και ο Τουργκούτ, καθώς και άλλα μέλη της παρέας τους, θυμίζουν την προσπάθεια αυτή του ήρωα του Σάρτρ, με τη διαφορά ότι η δική τους προσπάθεια υπέρβασης της πραγματικότητας δεν κατέστη εφικτή, ούτε βρέθηκε έξοδος διαφυγής από τον τουρκικό ρεαλισμό που φάνηκε να τους καταβροχθίζει σε κάθε προσπάθειά τους να τον προσπεράσουν.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της υλιστικής προσέγγισης που διατρέχει το έργο του Oguz Atay και που μου επέτρεψε τον παραλληλισμό με τον υπαρξιστή Σάρτρ, είναι το ακόλουθο σημείο που παραθέτω εδώ:

'' Ο Σελίμ Ισίκ έθρεψε τη μοναξιά του με τις Λέξεις. Πρίν ακόμη μάθει το νόημά τους είχε γνωρίσει τη Μοναξιά και τη φύτεψε μέσα στις Λέξεις. Μόλις είχε βγει από την αρρώστια των παλιών παθημάτων του και οι Λέξεις μιλούσαν αδιάφορες, τότε ένιωσε ξαφνικά τις παλιές λέξεις των παλιών πληγών να του καρφώνονται στο στήθος, και έμεινε άφωνος. Αλλά οι λέξεις δεν τον άφησαν ήσυχο να ζήσει ούτε και αυτή τη μοναξιά του. Τον πολιόρκησαν από παντού, του επιτέθηκαν. Οι Λέξεις που χρησιμοποιούσε γύρισαν και τον έλιωσαν, τον άφησαν άπνοο.''

Πώς να μη σκεφτεί κανείς σημεία αναφοράς του Oguz Atay με το διάσημο Γάλλο διανοητή του 20ού αιώνα, όταν ακόμα και οι Λέξεις που χρησιμοποιούνται με κεφαλαίο το αρχικό γράμμα εντός της παραγράφου, φέρνουν στο νου το ομώνυμο έργο του Σάρτρ, όπου ο ήρωας συνειδητοποιεί ότι έχει χτίσει όλη την ύπαρξή του γύρω από τον πολιτισμό των λέξεων, γλωσσικών εργαλείων που δε συνάδουν απαραιτήτως με την πραγματικότητα, ούτε μπορεί να είναι πιο σημαντικές από αυτήν. Ο Oguz Atay, φανερώνει μια υλιστική προσέγγιση των πραγμάτων, αντίστοιχη σε αρκετά σημεία με αυτή του Σάρτρ. Η ύλη προηγείται σε κάθε περίπτωση από τη συνείδηση, τις ιδέες και τις λέξεις...κατά συνέπεια, η αδυναμία σύνδεσης του ανθρώπου προς ένα σταθερό σημείο αναφοράς απέναντι στον κόσμο, αποκαλύπτει κατά μία έννοια, τη ματαιότητα της ύπαρξής του.

Σε αρκετά σημεία της αφήγησης, υπάρχει το στοιχείο του ακατάληπτου. Επιτυγχάνεται έτσι, μία ηθελημένη θόλωση της πραγματικότητας, όπου διασταυρώνονται μεταξύ τους λογοτεχνικά και ιστορικά ονόματα διαφορετικών χρονικών περιόδων, δημιουργώντας την αίσθηση μιας ατέρμονης σύγχυσης, μιας απουσίας οποιασδήποτε ορατής σταθεράς.

Μέσα από τα χέρια του Σελίμ, φαίνεται να διαφεύγει η ζωή του από κάθε άποψη. Επαγγελματικά, προσωπικά (ο έρωτάς του με τη Ζελιχά αποδεικνύεται ατυχής), ακόμα και καλλιτεχνικά.

Πάνω στη γραμμή της ζωής του αδικοχαμένου Σελίμ, φαίνεται ότι κινείται και ο Τουργκούτ. Ακολουθεί με χειρουργική ακρίβεια το μονοπάτι των σκέψεων του Σελίμ, απασχολείται εμμονικά με το περιεχόμενο πραγμάτων που είχε πει όσο ζούσε, αδυνατεί να ξεφύγει από την περιπλάνησή του στον κόσμο αυτό, ακριβώς γιατί και ο ίδιος ο Τουργκούτ, ενσαρκώνει πτυχές μιας αντίστοιχης θεώρησης για τη ζωή...

''Καθόταν σε ένα πάρκο. Απίστευτο! Ο Τουργκούτ Οζμπέν, μοναδικός γιος του κυρίου Χιουσνί και της κυρίας Μιριβέτ, ένα από τα αμέτρητα βερνικωμένα τούβλα του ναού της μικροαστικής τάξης που θεωρείται ένα ανώτατο έργο της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, ο οικονομικός διαχειριστής μιας γυναίκας και δύο παιδιών, ο κύριος κόμβος του σύνθετου δικτύου αποτελούμενου από Καγιά-Μεχμέτ-κύριο Χουλκί-θυρωρό-μπακάλη-αυτοκίνητο, καθόταν στο πάρκο σ'ένα παγκάκι μαρκαρισμένο με το όνομα κάποιας τράπεζας που έπαιρνε τα λεφτά σας και τα αύξανε εκατό τοις εκατό, και σκεφτόταν.''

Ο Τουργκούτ φαίνεται να διαθέτει αρκετές από τις ιδιότητες του Σελίμ, εγγενώς. ΄΄Θυμάσαι την έκπληξη του Σελίμ τότε που κατάφερε να με κάνει να διαβάσω τον Ομπλόμοφ και πόσο είχε χαρεί όταν είδε ότι μου άρεσε, ότι μιλούσα με τα σωστά λόγια για το βιβλίο. Είχε πει τότε ότι έχω από γεννησιμιού μου μια συγγένεια με τα βιβλία.''

Η κοινή αυτή ιδιοσυγκρασία άλλωστε, είναι που κάνει και τον Τουργκούτ μια μέρα να φύγει...

''΄΄Ολρικ, ετοίμασε τα πράγματά μας φεύγουμε. Για πρώτη φορά ύστερα από πολύ καιρό κοιμήθηκε μονοκόμματο ύπνο χωρίς όνειρα. Ίσως όμως να μην τα θυμόταν, όταν ξύπνησε, ή να μην ήθελε να θυμηθεί τα όνειρα που είχε δει. Ίσως, ακόμα, για πρώτη φορά, θέλησε ξυπνώντας να έχει μόνο μια σκέψη στο μυαλό του. Για πρώτη φορά θέλησε να ξυπνήσει μ'έναν και μόνο σκοπό: να σηκωθεί και να πάρει το δρόμο.''

Προς το τέλος του έργου του Oguz Atay, παρατίθεται το ημερολόγιο του Σελίμ, όπου διαπιστώνουμε σε βάθος τους προβληματισμούς ενός από τους αποσυνάγωγους. Σαν τέτοιος που ήταν ο Σελίμ, αποφασίζει να καταγράψει μέσα στο ημερολόγιό του, όλους τους Τούρκους Αποσυνάγωγους, που κανένας δε θα τους μνημονεύσει, γιατί όπως λέει, (με περισσή δόση ειρωνείας) η σύγχρονη τουρκική νεολαία, ασχολείται με πιο χειροπιαστά θέματα...

Ο Oguz Atay, ευτυχώς μεταφράστηκε στα ελληνικά. Οι Αποσυνάγωγοι, είναι ένα αριστούργημα με συχνά ποιητική πρόζα, ένα καλειδοσκοπικού χαρακτήρα κείμενο, για την τουρκική κοινωνία, τις τέχνες, την ψυχή, εκείνους που δυσκολεύονται να ακολουθήσουν τη νόρμα...

''Κατέβηκαν από το τρένο και αναμίχθηκαν με το πλήθος στην πλατφόρμα. Οι ταξιδιώτες ανίδεοι για τον Τουργκούτ Οζμπέν και τον Σελίμ Ισίκ που δεν έφευγε από το μυαλό του, έτρεχαν πέρα δώθε με την έγνοια να ανέβουν στο τρένο. Ο σταθμάρχης, που στεκόταν μπροστά στο κτίριο του σταθμού, κοίταξε προσεκτικά τούτον τον άντρα που περπατούσε αφηρημένος, μονολογώντας χαμηλόφωνα, χωρίς να κοιτάει κανέναν. Ένα τρένο έφτασε εκείνη την ώρα από την αντίθετη κατεύθυνση. Μπήκε στο σταθμό. Οι ταξιδιώτες και ο Τουργκούτ χάθηκαν από πίσω του.''

Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα!