Mungan, Erdi, Μάρκαρης, Boralioglu, Μήλλας, Sandikci, Yenice, Arslan, Ozgur: Ιστορίες της άλλης όχθης, Εκδόσεις Κείμενα

2022-08-23

από τη Θέμιδα Παναγιωτοπούλου

Η συλλογική αυτή έκδοση διηγημάτων Τούρκων και Ελλήνων της Πόλης, μεταφρασμένη στα ελληνικά, είναι μία από τις πιο ευχάριστα αποκαλυπτικές πρόζες του φετινού καλοκαιριού, που ο αναγνώστης ξεκινώντας να διαβάζει, δε θα θέλει να τελειώσει. Να αναφέρουμε ότι ανάμεσα στα ονόματα έκπληξη που δραστηριοποιούνται στο χώρο της συγγραφής στη γειτονική Τουρκία, υπάρχει και ένα αφήγημα του πασίγνωστου και διεθνούς πλέον φήμης Πέτρου Μάρκαρη, του οποίου οι ρίζες  στην Πόλη, είναι αρκετά γνωστές.

Το μοναδικό και συγκινητικό με τις ιστορίες αυτές που φτάνουν στα χέρια μας μέσα από τις πολύ προσεγμένες εκδόσεις Κείμενα, είναι το γεγονός ότι η παρούσα έκδοση βρίσκεται στην άλλη πλευρά ενός εγχειρήματος που ξεκίνησε από την Τουρκία. Το περιοδικό Πυρσός της Πόλης, το οποίο στη συνέχεια έπαψε να υπάρχει και κατά κάποιον τρόπο η παράδοσή του συνεχίστηκε από τον Ιστό που εξέδιδε το Ελληνικό Νουάρ, που αποτελούσε συλλογή διηγημάτων αστυνομικής λογοτεχνίας από Έλληνες συγγραφείς, συνιστούσε την πιο αισιόδοξη προσπάθεια επαφής των δύο πολιτισμών μέσα από την τέχνη. Διηγήματα γραμμένα στα ελληνικά μεταφράζονταν στα τουρκικά από Τούρκους που ήρθαν σε επαφή με την ελληνική γλώσσα μέσω του Σισμανόγλειου Πολιτιστικού Κέντρου του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στην Πόλη, όπως μας ενημερώνει στην εισαγωγή του βιβλίου ο συγγραφέας Πέτρος Μάρκαρης. 

Οι Ιστορίες της άλλης όχθης των εκδόσεων Κείμενα, είναι ακριβώς η ίδια προσπάθεια από την άλλη πλευρά. Διηγήματα δηλαδή γραμμένα στα τουρκικά, μεταφράστηκαν στα ελληνικά από Έλληνες που έμαθαν τα τουρκικά στην Ελλάδα. 

Δεν είναι τυχαίο φυσικά, ότι η σύνδεση ανάμεσα στους λαούς και η εξάλειψη των προκαταλήψεων δε θα προκύψει ποτέ από την πολιτική και την οικονομία, αλλά από τον πολιτισμό, Αντίστοιχα, θα συμπλήρωνα στο σημείο αυτό, αν η επαφή ανάμεσα σε δύο διαφορετικές κουλτούρες δεν είναι υπαρκτή ή αρκετή, τότε όπως διατύπωνε παλιότερα ο καθηγητής Samuel P. Huntington, η σύγκρουση δε θα αργήσει να επέλθει. Ίσως η πιο επαρκής σύνδεση πολιτισμών, να είναι αυτή που προκύπτει από τις τέχνες, Ακόμα όμως και αν προκύπτει μέσα από σειρές τηλεοπτικές που δε διαθέτουν ιδιαίτερη καλλιτεχνική αισθητική, το πρόβλημα είναι η αισθητική και μόνο αυτή. Γιατί η διάβρωση ενός λαού, ή η προπαγάνδα η πολιτική που διατείνονται κατά καιρούς διάφορες φωνές ότι ενυπάρχει για παράδειγμα μέσα στις αναρίθμητες τούρκικες τηλεοπτικές σειρές που κάποτε κατέκλυσαν την ελληνική τηλεόραση, όχι απλά δε με βρίσκει σύμφωνη, αλλά θυμίζει και την αφετηρία μιας επιχειρηματολογίας λογοκρισίας, όπως αυτή που θα συναντούσε κανείς στο Ιράν.

Ενοχλούμαι ιδιαίτερα με την τηλεόραση και δεν την παρακολουθώ πολλά χρόνια τώρα, αντιδρούσα πάντα όμως μέσα μου ακούγοντας σχόλια περί προπαγάνδας όταν προβάλλονταν τούρκικες τηλεοπτικές σειρές, παρά το γεγονός ότι δεν έχω δει και καμία. Είμαι σίγουρη όμως, ότι επειδή θα είχαν οπωσδήποτε στοιχεία σαπουνόπερας όπως και οι αντίστοιχες ελληνικές, ότι τη σύνδεση αυτή που επιχειρείται ανάμεσα στους λαούς, ανάμεσα σε ανθρώπους σε τελική ανάλυση, την επιτυγχάνει ακόμα καλύτερα η εσωτερικότητα της γραφής, που κατορθώνει να ηχεί τόσο δυνατά όταν κάποιος την κατακτήσει και την κάνει συνήθειά του. Γίνεται μια δεύτερη φωνή κατά μία έννοια, μέσα στον ίδιο άνθρωπο, μία φωνή πολυπολιτισμική, πιο αντικειμενική, με πολύ πιο ευρεία ερεθίσματα από κάθε άποψη. 

Τα κείμενα των Τούρκων συγγραφέων που διαβάζουμε στην έκδοση αυτή, είναι έντονα και συχνά σπαραξικάρδια, ωστόσο παραμένουν μινιμαλιστικά στο ύφος και τη γλώσσα και ουδέποτε καταφεύγουν σε υπερβολές στην έκφραση. Εκείνο που διαπιστώνει κανείς διαβάζοντας τις ιστορίες της άλλης, της απέναντι όχθης, είναι ότι η λύτρωση στα περισσότερα κείμενα Τούρκων συγγραφέων σε αντίθεση με Έλληνες συγχρόνους τους, προέρχεται μέσα από τον πόνο, κάτι που συνιστά και μία παρακαταθήκη ιστορική για την τουρκική έκφραση στην τέχνη. Ωστόσο, οι ομοιότητες με την παράδοση εξαντλούνται εκεί. Οι ιστορίες της άλλης όχθης, είναι φρέσκιες, πρωτότυπες βαθιά εσωτερικές και ανθρώπινες. Μιλούν για τον πόνο, τη φιλία, την απώλεια, την αίσθηση του χρόνου, τον κοινωνικό στιγματισμό, την προσπάθεια επιβίωσης. 

Από την εικόνα μιας κουτσουπιάς που φυτρώνει σε κάποια περιοχή των Αδάνων και αποτελεί το σημείο συνάντησης των αναμνήσεων δύο γυναικών που τράβηξαν διαφορετικούς δρόμους ζωής, μέχρι την εικόνα της ταβέρνας του Καραγκιόζη (Kara=μαύρος Goz= μάτια...Μαυρομάτης λέγεται ο Καραγκιόζης στα ελληνικά), που αφορά μια ελληνοτουρκική ταβέρνα σε κάποιο προάστιο της Γερμανίας όπου παρόμοια εδέσματα των δύο λαών απλά αλλάζουν ονομασία, η συλλογική αυτή έκδοση μας ταξιδεύει μέσα από ένα μονοπάτι όπου η πόρτα που κλείνει πίσω μας τρίζει με έναν χαρακτηριστικά γνώριμο ήχο, που βρίσκεται κάπου μέσα μας, αλλά συχνά τελεί υπό νάρκωση...

"Μόνο που τον περίμεναν κι άλλες πολλές χαμένες και κερδισμένες μάχες ακόμα, με αυτό το όνομα και με το γειρτό μουστάκι που προσπάθησε να αφήσει το καλοκαίρι του '99, μη γνωρίζοντας τότε, που έχωνε το μαχαίρι στο χέρι ενός νέου και τον έστελνε να αφαιρέσει μια ζωή, ότι μία ώρα μετά, περιμένοντας το θάνατο κάτω από τα συντρίμμια που προκάλεσε το χτύπημα του σεισμού, τα δάκρυα που θα έχυνε θα ήταν το πραγματικό τέλος της τρομακτικής του περιπέτειας. Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία, που ασφαλώς πρέπει να γραφτεί κάποια άλλη στιγμή."

Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα!