Joseph Roth: Βερολινέζικα Χρονικά 1920-1933, Εκδόσεις Άγρα

2023-06-06
από τη Θέμιδα Παναγιωτοπούλου

Ο υμνητής της πτώσης της Αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας, ο καλύτερος χρονικογράφος και συγγραφέας όλων των εποχών και προσωπικός μου αγαπημένος Joseph Roth, είναι ίσως και ο καλύτερος αφηγητής, για την πτώση της πιο τρομαγμένης και ετοιμόρροπης δημοκρατίας, της δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Με αφορμή την αέναη περιπλάνησή του και την καταφυγή του στο Βερολίνο, την περίοδο της σύντομης και επισφαλούς δημοκρατίας της Βαϊμάρης, ο Roth ως ανταποκριτής της Frankfurter Zeitung, μέσα από την ευφυία της λογοτεχνικής του πρόζας και της δημοσιογραφικής του ιδιότητας, καταγράφει στα πιο πυκνά περιεχομένου και αντιπροσωπευτικά Βερολινέζικα χρονικά που θα μπορούσαν να πέσουν στα χέρια αναγνωστών, το ιστορικό κέντρο μιας πόλης, από όπου παρέλασαν πρόσφυγες, ανήμποροι, λιποτάκτες, διανοούμενοι, άστεγοι...  

Ο αναγνώστης που έχει τύχει να επισκεφτεί το Βερολίνο, θα δει με άλλα μάτια την κοσμοπολίτικη σκιά του, αν διαβάσει τα Βερολινέζικα χρονικά του Josepth Roth. Ο συγγραφέας, έφερε στο φως όλους εκείνους τους ανήμπορους που βρίσκονταν στα παρασκήνια της διάσημης μητρόπολης, κάνοντάς τους πρωταγωνιστές των σελίδων των χρονικών του. Από τις σελίδες της παρούσας έκδοσης, παρελαύνουν ανάπηροι του Α' Παγκοσμίου πολέμου, άστεγοι, Εβραίοι μετανάστες από την Ανατολική Ευρώπη (μάλιστα οι τελευταίοι απεικονίζονται σε τέτοιο βαθμό, που αντιλαμβάνεται κανείς πόσο έντονο ήταν το ανατολικό στοιχείο συγκεκριμένων περιοχών του Βερολίνου κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου). Άστεγοι κατακλύζουν τα άσυλα και τα δημόσια λουτρά, ανώνυμα πτώματα κείτονται στα νεκροτομεία της γερμανικής πρωτεύουσας, το άγαλμα της Νίκης στην Καίνινγκσπλατς, άλλοτε κτισμένο για να πανηγυρίσει τις νίκες του Πρωσικού κράτους, στέκει τώρα ψηλά να παρατηρεί τους φτωχοδιαβόλους ενός αστικού σκηνικού που μοιάζει να υμνεί τις αδρές και αυστηρές αρχιτεκτονικές γραμμές. 

Εκείνο που αξίζει να αναφερθεί για το έργο αυτό του ασυναγώνιστου σε γραφή Joseph Roth, είναι η ανάλυσή του για τη βερολινέζικη βιομηχανία της διασκέδασης, κατά το έτος 1930, που αναπόφευκτα δημιουργεί στο μυαλό μια αίσθηση αναφορικότητας με τη νεοσύστατη τότε σχολή της Φρανκφούρτης και τις θέσεις της τελευταίας για τη μαζική κουλτούρα. Ο συγγραφέας θα πρέπει να επηρεάστηκε από το ρεύμα της σχολής της Φρανκφούρτης, αφού πολλές από τις απόψεις του, αντανακλούν τη σκέψη που διαμόρφωσε.

''Σαξοφωνίστες, φερ'ειπείν, που λιώνουν τα πνευμόνια τους παίζοντας στα πολυτελή μπαρ της μεσαίας αστικής τάξης ώσπου να χάσουν και την ακοή τους και μετά περνούν στα κέντρα των προλετάριων. Κι οι βεργολυγερές χορεύτριες, όσο τις παίρνουν τα κιλά και τα χρόνια, γλιστρούν προς τα κάτω ακολουθώντας τις παραγράφους ενός οδυνηρού κανονισμού: από τη ζώνη εκείνη που οι πελάτες ξοδεύουν σπάταλα, στην επόμενη όπου ήδη λογαριάζουν πριν ξοδέψουν, στη μεθεπόμενη όπου τα μετράνε και τα ξαναμετράνε και τα λυπούνται, και στην παρακάτω, και στην παρακάτω, ως την τελευταία, όπου κανείς δεν ξοδεύει παρά μόνο αν τύχει''

Ο Joseph Roth, αφήνει για το τέλος των Βερολινέζικων χρονικών του, το πιο θλιβερό κεφάλαιο της δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Το Auto-da-Fe του πνεύματος. Το κάψιμο βιβλίων από το Τρίτο Ράιχ, που θέλησε να αφανίσει την παράδοση της διανόησης...

''Πολλοί απο μας υπηρέτησαν τα χρόνια του πολέμου, πολλοί έπεσαν στα πεδία των μαχών. Γράψαμε για τη Γερμανία, πολεμήσαμε για τη Γερμανία. Χύσαμε το αίμα μας για τη Γερμανία-με δύο τρόπους, το αίμα που κυλάει στις φλέβες του κορμιού μας και το αίμα με το οποίο γράφουμε. Τραγουδήσαμε τη Γερμανία, την αληθινή Γερμανία! Γι' αυτό σήμερα η Γερμανία μας καίει!''

Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα!