Joseph Roth: Οι εκατό μέρες, Εκδόσεις Άγρα

2022-10-29

από τη Θέμιδα Παναγιωτοπούλου

Ο αφηγητής της πτώσης της Αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας, κάνει με τις εκατό μέρες, ένα διάλειμμα από τις εξιστορήσεις της μοιραίας τύχης της Ευρώπης. Σαν φόρο τιμής στη χώρα που τον φιλοξένησε για αρκετά χρόνια, τη Γαλλία, καταπιάνεται με την προσωπικότητα του Ναπολέοντα, προσεγγίζοντας την πιο ανθρώπινη και τρωτή πλευρά του. Η επιστροφή του Ναπολέοντα από τη νήσο Έλβα στη Γαλλία και οι εκατό μέρες που μεσολάβησαν μέχρι την ολοκληρωτική ήττα του στο Βατερλώ, περιγράφονται σε αντιπαραβολή με την άτυχη ζωή της Αντζελίνας Πιέτρι, μιας νεαρής πλύστρας του παλατιού, ταγμένης να υπηρετεί τον αυτοκράτορα με κάθε κύτταρο της ύπαρξής της. 

Οι περιγραφές του Γιόζεφ Ροτ, παραπέμπουν στην κίνηση μιας αργής κάμερας, που καταγράφει σταδιακά όλες τις λεπτομέρειες μιας σκηνής, γεμίζοντας το πλάνο με όλο και πιο αναλυτικά στοιχεία. Μας έχει συνηθίσει στα έργα του ο κορυφαίος των κορυφαίων Γιόζεφ Ροτ, σε τέτοιου είδους σκηνοθεσία. Οι εικόνες και οι μεταφορές του είναι τόσο ζωντανές, αντίστοιχες της οξυδερκούς αισθητικής αντίληψης που τον διακατείχε. 

Ο Ναπολέοντας εξυμνείται από το λαό του, μέσα από τις απόλυτες αντιφάσεις της ιδιοσυγκρασίας του. Κατακτά τον εδώ και καιρό επαναστατημένο γαλλικό λαό, που αίφνης απορρίπτει και πετά στο δρόμο τους λευκούς λαιμοδέτες, σύμβολο του Λουδοβίκου ΙΗ', ενώ τους αντικαθιστά με γαλαζοασπροκόκκινους και μενεξέδες στο πέτο, τα αναντίρρητα σύμβολα του Ναπολέοντα. Οι λεπτομέρειες και η ακρίβεια στην αποτύπωση των εικόνων του Γιόζεφ Ροτ, δημιουργούν νέους χαρακτήρες. Ακόμα και σκηνές με αντικείμενα, αποκτούν οντότητα σαν να πρόκειται για συμβολισμούς που θα παρέπεμπαν σε έναν ακόμα ήρωα. 

Ο Γιόζεφ Ροτ, στις εκατό μέρες, μνημονεύει ένα κομμάτι της Γαλλικής ιστορίας, φορτισμένο από κάθε άποψη. Πρόκειται για μια ιστορική περίοδο, κατά την οποία η Γαλλική Επανάσταση έχει προηγηθεί, τα ιδεώδη της έχουν ταξιδέψει σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και το πνεύμα της γαλλικής πολιτικής αφύπνισης, έχει συνταράξει τα θεμέλια των απανταχού απολυταρχικών εξουσιαστών. Ο Λουδοβίκος ΙΖ' έχει οδηγηθεί στη γκιλοτίνα και παρά το ότι δεν έχει καθιερωθεί ακόμα συνταγματική μοναρχία, ο αμφίρροπος Λουδοβίκος ΙΗ' που πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της μοναρχίας του στην εξορία, λόγω της δικτατορικής αυτοκρατορίας του Ναπολέοντα που τον εκτόπισε, έχει στις σκέψεις του την παραχώρηση ενός συντάγματος, ως μέσο προκειμένου να διατηρηθεί στην εξουσία πιο μακρόπνοα. 

Στο σημείο αυτό ακριβώς, μαρτυρείται και η τεράστια εμβέλεια του Ναπολέοντα ως αυτοκράτορα. Χωρίς να προέρχεται από γόνους αριστοκρατικής καταγωγής, αλλά αντίθετα από ταπεινούς γονείς, κατάφερε να θέσει το γαλλικό λαό που έχει ήδη αφυπνιστεί από την ιδέα της αντίστασης απέναντι στον απολυταρχισμό, υπό τις υπηρεσίες του. Φυσικά ο Ναπολέοντας επιβλήθηκε με απολυταρχικό τρόπο, ωστόσο υπήρξε πρωτοφανής η συσπείρωση του γαλλικού λαού γύρω από το πρόσωπό του. 

Ο Γιόζεφ Ροτ, βρήκε πιθανότατα ενδιαφέρον να καταγράψει την πορεία του τέλους ενός σπουδαίου στρατηγού, μιας εκτυφλωτικά λαμπερής ηγεσίας σε πτώση, ακριβώς γιατί και ο ίδιος ταξιδεύοντας από χώρα σε χώρα, στην προσπάθειά του να αποφύγει το ναζιστικό κλοιό που έσφιγγε γύρω του, όπως και γύρω από πολλούς άλλους, αντιλαμβανόταν τη ζωή του ως μια διαρκή καμπή. Ο αμετανόητος πότης, που αναγκάστηκε να γυρίζει από ξενοδοχείο σε ξενοδοχείο και να αφουγκράζεται με πρωτοφανή διαύγεια την επικείμενη καταστροφή της Ευρώπης, ο κόκκινος Ροτ, ο δημοσιογράφος της Frankfurter Zeitung, ο φτωχός συγγραφέας που ποτέ δεν κατάφερνε να μαζέψει χρήματα, με εξαίρεση τα χρόνια της δημοσιογραφίας, σκιαγραφείται με ευαισθησία, μέσα από το ένθετο του Claudio Magris, με τίτλο Je ne commence pas (δεν αρχίζω), που συνοδεύει την έκδοση των εκατό ημερών.

"Ο Ροτ είναι ο ακροβάτης που τελικά πέφτει από το σκοινί πάνω στο οποίο ισορροπούσε. αλλά πέφτει επιδεικνύοντας θάρρος απίστευτο-η πτώση του είναι ένα αριστούργημα γενναιότητας. Λίγους μήνες μετά το θάνατό του, η σύζυγός του Φρήντλ, έγκλειστη από καιρό σε κλινικές και άσυλα, δολοφονείται από τους ναζιστές μαζί με άλλους ασθενείς. Τίποτα πια δεν εμπνέει τη φρίκη, είχε πει ο Ροτ, Και αυτό ακριβώς, είχε προσθέσει, είναι η πραγματική, η χειρότερη φρίκη.-''

Την ίδια γενναιότητα επιφυλάσσει ο Γιόζεφ Ροτ και για το τέλος του ήρωά του:

'"Φτάνει!" είπε ο αυτοκράτορας. "Κοίταξέ με!" Στα μισά μιας φράσης διέκοψε την ανάγνωση ο υπηρέτης. Κοίταξε τον αυτοκράτορα. "Έκλαψες κι εσύ γιε μου;" ρώτησε ο αυτοκράτορας. "Μάλιστα, μεγαλειότατε!". Κι ένιωσε τα μάτια του να βουρκώνουν ξανά.

Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα!