John Updike: Λαγέ Τρέξε, Εκδόσεις Οξύ

2023-07-11
από τη Θέμιδα Παναγιωτοπούλου

Ο John Updike, γράφει αριστουργηματικά. Καταφέρνει να αποτυπώσει την αποτυχία του αμερικάνικου ονείρου μέσα από το πρίσμα επιτυχημένων μικροαστών, που κατόρθωσαν να γεμίσουν με tick τους οδηγούς επιτυχίας της δεκαετίας του 1950 στις ΗΠΑ, αλλά ωστόσο δεν κατάφεραν ποτέ να εισπράξουν την πολυαναμενόμενη ευτυχία που τους υποσχέθηκαν. 

Το βιβλίο αυτό γράφτηκε τη δεκαετία του '60 και αφορά το '50. Στις ΗΠΑ εκείνης της εποχής, ένας απόφοιτος λυκείου, τελείωνε το σχολείο και πρακτικά ήταν ένας αμόρφωτος με απολυτήριο, αφού το σχολείο έμοιαζε περισσότερο με νυφοπάζαρο και χώρο επίδειξης αθλητικών δεξιοτήτων. Ο Updike, περιγράφει με προσήλωση και ακρίβεια τη στενότητα του κοινωνικού πλαισίου, το μικροαστικό περιβάλλον, την αναπόδραστη φύση του αμερικανικού ονείρου, που φαίνεται να έχει κυριεύσει κάθε γωνιά αυτού του τόπου. Ο ήρωάς του, ο Χάρι Άνγκστρομ, ζει μέσα σε έναν αποτυχημένο γάμο, είναι πατέρας ενός παιδιού και ενός δεύτερου από την άλλη πλευρά του Μάουντ Τζάτζ, την ύπαρξη του οποίου αγνοεί για αρκετό διάστημα, ενώ διαφημίζει έναν αποφλοιωτή κουζίνας Μάτζιπιλ που κάνει σχεδόν τα πάντα...

Ο Χάρι Άνγκστρομ τρέχει σα λαγός να ξεφύγει από οτιδήποτε δεν του κάνει νόημα. Και δε βρίσκει τίποτα που να του κάνει. Τρέχοντας να ξεφύγει, μάλλον κατά τύχη, μπλέκεται σε μια καινούργια ερωτική ιστορία, χτίζει μια νέα ζωή μαζί με μια άλλη γυναίκα τη Ρουθ. Οι αναγνώστες πάντα έχουν την αίσθηση ότι ο Χάρι δεν είναι παρών στις επιλογές του. Δεν επιλέγει καν. Άγεται και φέρεται από τα ένστικτά του, σαν να προσπαθεί να σβήσει τη συνειδητότητα της ύπαρξής του. Η συνείδηση των καταστάσεων που βιώνει τον πληγώνει αμετάκλητα, οπότε μοιάζει να έχει χωρέσει τον εαυτό του, σε κάποιο περιθώριο της σκέψης του.

Ο Λαγός, θα μπορούσε να είναι κατά κάποιο τρόπο η επαναστατημένη κόρη του Σίμουρ Λιβόβ στο 'Αμερικάνικο Ειδύλλιο' του Philippe Roth. Όπως κι εκείνη, έτσι και αυτός ασφυκτιά απέναντι στα κεκτημένα που επιτακτικά επέβαλλαν οι ΗΠΑ της δεκαετίας του ΄50, ως ορόσημα επιτυχίας των μέσων αμερικάνικων οικογενειών. Η θρησκεία και οι αιρέσεις της χριστιανικής πίστης, παρελαύνουν και κυριαρχούν μέσα από τις σελίδες του έργου του Updike. Όπως και στο Τζόναθαν Φράνζεν, έτσι και εδώ, η έμφαση στην περιγραφή των επίπλαστων ονείρων, οι ακατανίκητες τάσεις φυγής του αρχετυπικού μέσου Αμερικανού και το υπαρξιακό κενό, βαδίζουν χέρι χέρι με τον πουριτανισμό μιας κοινωνίας που δε δύναται να λειτουργήσει έξω από το πλαίσιο της παραδοσιακής ενορίας, που της χρησιμεύει σαν ένα είδος εξαγνισμού της εγκληματικής ματαιότητας την οποία παραδόξως αντιλαμβάνεται και η οποία διαβρώνει με κάθε τρόπο την ανθρώπινη φύση.

Προς το τέλος του βιβλίου, η σύζυγος του Χάρι Άνγκστρομ, η Τζάνις, για την οποία αν αρκούμασταν στις αρχικές περιγραφές του έργου δε θα θέλαμε να ακούσουμε περισσότερα γιατί θα βαριόμασταν, αρχίζει να αποκτά ταυτότητα. Από εγκαταλελειμμένη σύζυγος, τηλεθεάτρια χαζών αμερικάνικων τηλεπαιχνιδιών, μητέρα ενός παιδιού και έγκυος στο δεύτερο, αρχίζει να αποκτά χαρακτήρα, όταν δίνεται έμφαση στην ανάλυση των συναισθημάτων της. Η Τζάνις επίσης δε ζει τη ζωή που θέλει! Το γεγονός ότι το βιβλίο γράφτηκε κατά τη δεκαετία του '60, μια εποχή που τα αιτήματα για την ισότητα των δύο φύλων είχαν αρχίσει να παίρνουν σάρκα και οστά, πιθανότατα υπήρχε στη σκέψη του συγγραφέα, σαν ευκαιρία ανάδειξης της παθογένειας μιας κοινωνίας που επέβαλλε την αισθητική της ροζ τσιχλόφουσκας ως ηθική επιταγή.

Ο Λαγός τρέχει, τρέχει όσο πιο γρήγορα μπορεί σαν άλλος Forrest Gump...τρέχει να ξεφύγει από όλα ακόμα και από τον εαυτό του. Πόσο μακριά όμως μπορεί τελικά να πάει;

''...O Λαγός αρχίζει και νυστάζει. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα σταματάει να πιει έναν καφέ σε μια καφετέρια στην εθνική. Δεν μοιάζει με τους υπόλοιπους πελάτες, αν και δε μπορεί να προσδιορίσει πού έγκειται η διαφορά. Όμως το αισθάνονται και εκείνοι και τον κοιτάζουν με βλέμμα σκληρό, με μάτια σαν μεταλλικά κουμπιά ραμμένα στα λευκά πρόσωπα νεαρών που κάθονται σε τραπέζια με κουμπωμένα μπουφάν, ανά τρεις μαζί με μια κοπέλα. Οι κοπέλες έχουν κόκκινα μαλλιά που ανεμίζουν ξέπλεκα σαν φύκια ή χαλαρές κοτσίδες με χρυσά κοκαλάκια, λες και είναι πειρατικός θησαυρός. Στον πάγκο κάθονται μεσήλικα ζευγάρια τυλιγμένα με παλτά και πίνουν με καλαμάκι γκρίζα αναψυκτικά με το κεφάλι σκυμμένο. Μέσα στη σιωπή που απλώνεται με την είσοδό του, η υπερβολική ευγένεια με την οποία τον αντιμετωπίζει η κουρασμένη γυναίκα πίσω απ'τον πάγκο τον κάνει να δείχνει ακόμα πιο ξένος. Παραγγέλνει χαμηλόφωνα έναν καφέ και κοιτάζει το χείλος της κούπας μέχρι να καταλαγιάσει η αναστάτωση στο στομάχι του. Νόμιζε πως όλη η Αμερική ήταν ίδια από τη μια ακτή ως την άλλη, ή τουλάχιστον έτσι είχε διαβάσει. Αναρωτιέται αν αισθάνεται αποκομμένος μόνο απ'αυτούς εδώ τους ανθρώπους, ή από όλη την Αμερική...''


Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα!