Erri de Luca: Aceto Arcobaleno οι λέξεις μου, Εκδόσεις Κέλευθος

2024-03-28
από τη Θέμιδα Παναγιωτοπούλου

Ξύδι-ουράνιο τόξο, με αυτές τις λέξεις προσπαθούσε να ξεκινήσει ο πατέρας του την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας. Το παιχνίδι του με τις λέξεις ξεκινούσε με τη μετάφραση των λέξεων aceto-arcobaleno.

Ο Erri de Luca, γεννήθηκε το 1950 στη Νάπολη και σε όλη του τη ζωή τον κυνηγά η νότια καταγωγή του. Ήταν συνιδρυτής της πολιτικής οργάνωσης Λότα Κοντίνουα, ενώ βιοπορίστηκε από απίστευτα ετερόκλητα επαγγέλματα μεταξύ τους. Το 2023 μας τίμησε με την παρουσία του στην Αθήνα. Η πρόζα του είναι μοναδική και σίγουρα ποιητική. Νομίζω παραθέτει τις σκέψεις του σε μορφή μυθιστορήματος, όμως οι σκέψεις του δε χάνουν ποτέ το ποιητικό στοιχείο που είναι πρόδηλο σε κάθε του σελίδα. Τον γνώρισα μέσα από το βάρος της πεταλούδας και συνέχισα με αυτό εδώ το έργο του. Τώρα θέλω να διαβάσω ό,τι έχει γράψει. 

Ο Erri de Luca είναι ένας ποιητής της νοσταλγίας και των στιγμών που σκονίστηκαν από το χρόνο. 

Στο Aceto Arcobaleno αναδιηγείται τις εξομολογήσεις τριών παιδικών του φίλων, που κάποτε άκουσαν ένα κάλεσμα και το υπηρέτησαν. Τώρα στο κατώφλι της ζωής τους αναλογίζονται το τίμημα της επιλογής τους...

...'' Η σιωπή δεν είναι μια κατάσταση ηρεμίας, αλλά έντασης, μια δίνη όπου οι ήχοι στριφογυρίζουν σαν βίδες που έλκονται προς το βυθό. Αυτό συνέβαινε πολλά βράδια, στο σπίτι και μέσα μου. Καθόμουν, με βλέμμα κενό, στην κουνιστή πολυθρόνα, έχοντας πρώτα ταχτοποιήσει τα πιάτα του δείπνου, και τότε συνέβαινε. Έρχονταν ήταν ένα πλήθος, πρόσωπα αμυδρά οικεία, στα οποία αναδύονταν τα χαρακτηριστικά των γονιών μου. Ήταν οι προπάτορες οι πρόγονοι: σταύρωναν τα δάχτυλα, ανάδευαν ζωηρά τα μαλλιά τους, έκαναν βήματα αργά, κινήσεις που εγώ αναγνώριζα γιατί τις είχα αντιγράψει. Έρχονταν όταν μέσα μου υπήρχε απουσία, σαν να είχα αποσυρθεί στο χώρο μου, σε μια γωνιά, αφήνοντάς τους το πεδίο ελεύθερο. Σε καθέναν, γυναίκα ή άντρα, διέκρινα μία λεπτομέρεια που μου έμοιαζε. Σπάνια αντιλαμβανόμουν πώς ανάμεσά τους υπήρχαν και οι γονείς μου υπήρχαν και οι γονείς μου ανακατεμένοι μέσα στο πλήθος...''

...''Τριγύρω ο κόσμος είχε σταματήσει. Εμείς, παιδιά χαμένα στην περιφέρεια των πάντων, βρισκόμασταν σ'έναν από κείνους τους τόπους που μέσα τους κυλάει το άπειρο, πέφτοντας από την άβυσσο των ουρανών: σ'ένα στενό πέρασμα ανάμεσα στη γη και τον ουρανό γίνεται χρόνος και κόσμος. Νιώθαμε τον ίλιγγο του κέντρου. Τριγύρω ήταν μια νύχτα γεμάτη σιωπή, η απεραντοσύνη έπεφτε πάνω μας ανάλαφρη...΄΄

...''Μερικές φορές φούντωνε μέσα μου μια θλίψη σ' εκείνα τα μέρη που έπρεπε να είναι μέρη χαράς κι όμως έσφυζαν από φιγούρα, από καταπίεση. Τα αγόρια, μες στην υπερέντασή τους, προκειμένου να εκφραστούν έτσι ώστε να κάνουν εντύπωση στα κορίτσια, γίνονταν ευερέθιστα, επιθετικά. Δε με πλήγωνε να με χρησιμοποιούν για κάποιο εύκολο χωρατό, όμως με στενοχωρούσε η αγωνιώδης ευθυμία τους. Σε δέχονταν ή σε απέρριπταν σύμφωνα με μια ιεραρχία αξιών ακατανόητη και αμείλικτη. Ήταν εφηβεία, αυτό μονάχα, όμως εκείνο τον καιρό κανένας από μας δεν το ήξερε και το βράδυ η πλατεία φάνταζε  στ' αλήθεια σαν ολάκερη η ζωή. Η πλατεία των φλερτ και της βάναυσης συμπεριφοράς ήταν όλος ο κόσμος που θα μπορούσε κάποιος να περιμένει. Άλλοι έβγαζαν συμπεράσματα για τον εαυτό τους που θα τους απασχολούσαν στη μελλοντική τους ζωή. Γι' αυτό δεν πήγαινα τα βράδια με τους συνομηλίκους μου κι έκοβα βόλτες γύρω από τα περιφραγμένη πευκοδάση περιμένοντας την ώρα να γυρίσω σπίτι...''

Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα!