Εντουάρ Λουί: Η Μονίκ Δραπετεύει, Εκδόσεις αντίποδες

2025-11-06

από τη Θέμιδα Παναγιωτοπούλου

Το εκπληκτικό παιδί της γαλλικής λογοτεχνίας, που παρά το νεαρό της ηλικίας του έχει κάνει πάταγο στα γαλλικά λογοτεχνικά δρώμενα (πλέον και διεθνώς), δεν είναι άλλος από τον Εντουάρ Λουί. Δηλώνει λάτρης της Αθήνας, την οποία επισκέφτηκε αρχικά ως τουρίστας και πλέον μένει στην πόλη κάθε χρόνο, περίπου τέσσερις έως έξι μήνες, γράφοντας και περιπλανώμενος  στο άναρχο αστικό τοπίο της. Ωστόσο, την ανεπιτήδευτη Αθήνα την οποία θεωρεί ομορφότερη πόλη από το επιτηδευμένο όπως λέει Παρίσι, δεν την προτιμά για λόγους που σχετίζονται με ταξικές προβολές, ως έναν εξωτικό προορισμό με φολκλορικά στοιχεία, δεν τη βλέπει καθόλου έτσι. Πολύ καλά κάνει ο συγγραφέας και το διευκρινίζει αυτό. Παραμένει πιστός στο σύνολο του έργου του και την αιτία για την οποία ξεκίνησε να γράφει. 

Ο Εντουάρ Λουί, υπήρξε το ταλαιπωρημένο παιδί, μιας φτωχής εργατικής οικογένειας από τον γαλλικό βορρά. Ζούσε σε μια γειτονιά, από την οποία οι άνθρωποι που είχαν την ατυχία να γεννηθούν εκεί, δε ''δραπετεύουν'' ποτέ. Μεγαλωμένος από έναν πατέρα με βίαιη συμπεριφορά, κατηγορούμενος από την πατρική φιγούρα για την ομοφυλοφιλία του, υπήρξε το μοναδικό παιδί της οικογένειας που κατάφερε να σπουδάσει. Στα γραπτά του, εκθέτει απροκάλυπτα μέσω της αυτοβιογραφίας του, τη δομική βία των φτωχών εργατικών τάξεων, σε σημείο να του προσάψουν κάποιοι κριτικοί, χαρακτηριστικά ντετερμινισμού. Ακριβώς με το ίδιο πρόσχημα, κατηγορήθηκε και ο Πιερ Μπουρντιέ, όταν περιέγραφε στη ''Διάκριση'', τον μηχανισμό της δομικής βίας και την απουσία κοινωνικής κινητικότητας στις χαμηλές κοινωνικές τάξεις. Ωστόσο, τα συμπεράσματα του διάσημου φιλοσόφου Πιερ Μπουρντιέ, παραμένουν διαχρονικά και αξεπέραστα, πέρα ως πέρα αληθή. Πάνω σε αυτά τα επιχειρήματα, χτίζει ο Εντουάρ Λουί τον αυτοβιογραφικό λόγο του, που αποκτά χαρακτηριστικά οικουμενικά, καταφέρνοντας να αγγίξει όχι μόνο ανθρώπους με αντίστοιχη πορεία ζωής, αλλά και την ευαίσθητη χορδή όλων εκείνων που διαβάζοντας εκπαιδεύονται σε μια αέναη επαγρύπνιση, σαν μια μορφή αντίστασης. 

Η ορμητική παρουσία του στα γαλλικά γράμματα, φέρνει στο νου το 'κακό' παιδί της γαλλικής λογοτεχνίας, τον Μισέλ Ουελμπέκ. Αλλά οι ομοιότητες εξαντλούνται εκεί, καθώς ο τελευταίος εξέπεμπε πρόδηλα μέσα από τα καταπλητικά χρονογραφήματά του μισανθρωπισμό. Ο Εντουάρ Λουί εκπέμπει αγάπη, για τα τσακισμένα από κυβερνητικές πολιτικές ανθρώπινα πλάσματα. Ένα από αυτά τα τσακισμένα πλάσματα, είναι και ο πατέρας του. Για τον οποίο, παρά το γεγονός ότι κρύβει ανείπωτη πικρία για τα χρόνια γαλήνης που του στέρησε σαν παιδί, καταφέρνει να τον δει από απόσταση και να τον αντιμετωπίσει σαν πιόνι μιας μεγαλύτερης σκακιέρας, πάνω στην οποία ελάχιστες από τις καθοριστικές για αυτόν επιλογές ζωής, έγιναν με ουσιαστική δική του πρωτοβουλία. Όχι αυτό δεν είναι ντετερμινισμός. Αυτό λέγεται ρεαλισμός. Και όταν ο ρεαλισμός εκκινεί από προσωπικά βιώματα, οφείλουμε το λιγότερο να τον δούμε κατάματα. Για να το θέσω αλλιώς, -σε όσους σπιλώνουν τη λογοτεχνία του Εντουάρ Λουί ως ντετερμινιστική-, δε γίνεται να ζητάς από όσους βίωσαν τη δομική βία, να καταπολεμήσουν τους αυτοματισμούς με τους οποίους λειτουργεί ένα σύστημα, που δημιουργήθηκε από τους ισχυρούς της κοινωνικής δομής. 

Το βιβλίο ''Η Μονίκ Δραπετεύει΄΄, είναι στην πραγματικότητα, ένα βιβλίο που κατά κάποιο τρόπο παρήγγειλε η μητέρα του συγγραφέα...

¨Όταν κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο, η οικογένειά του αισθάνθηκε ότι η ιδιωτική τους ζωή, κρεμάστηκε στα μανταλάκια. Τη συνέχεια αυτή που επικεντρώνεται στη φυγή της μητέρας του, ένιωθε ότι την όφειλε ο συγγραφέας στη μητέρα του. Και είναι τόσο βαθιά τρυφερή η ματιά του, που καθηλώνει τους αναγνώστες με τα αποθέματα αγάπης του που δεν εξαντλήθηκαν...

'''...Και σκεφτόμουν τη φράση του φιλοσόφου Γκέοργκ Ζίμελ: Η βοήθεια θεμελιώνεται στην κοινωνική δομή, όποια κι αν είναι αυτή. Βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με κάθε σοσιαλιστικό ή κομμουνιστικό όραμα που θα καταργούσε μια τέτοια κοινωνική δομή.''

''...Και σκεφτόμουν: Αλλά το είδος της βοήθειας προυποθέτει την πίστη στην ιδέα της ιδιοκτησίας. Δεν μπορούμε να πιστεύουμε πως βοηθάμε κάποιον παρά μόνο αν θεωρούμε πως αυτό που δίνουμε είναι δικό μας και μόνο δικό μας.''

Παραθέτω ένα ακόμα συγκλονιστικό απόσπασμα, του πολλά υποσχόμενου Εντουάρ Λουί:

...''Δεν μπορούσα να ξεκολλήσω το βλέμμα μου από πάνω του. Του έκανα ένα νόημα με το κεφάλι από μακριά, δεν πλησίασα καν, αλλά παρατηρώντας τον, άρχισα να σκέφτομαι ξαφνικά πως ίσως, αυτός ο άντρας δεν ήταν ένοχος ούτε υπεύθυνος για όσα είχε κάνει, πως ίσως και ο ίδιος ήταν αγωγός μιας βίας που τον ξεπερνούσε και που δεν είναι εύκολο να εξηγηθεί, τη βία της εκπαίδευσής του, τη βία της κοινωνικής του τάξης, τη βία της ζωής του ζευγαριού, τη βία της ανδρικής κυριαρχίας, άρχισα να σκέφτομαι πως ίσως αυτός ο άντρας ήταν προιόν μίας ή και περισσότερων αλληλένδετων καταστάσεων που ήταν πέρα από τον έλεγχό του, ακριβώς όπως και η μητέρα μου είχε κι εκείνη υπάρξει βίαιη όταν ζούσε με τον πατέρα μου και ήταν αιχμάλωτή του, ακριβώς όπως κι εγώ με τη σειρά μου είχα υπάρξει βίαιος μαζί της, άρχισα να σκέφτομαι, κοιτώντας αυτόν τον αξιολύπητο και αδύναμο άντρα, και ενάντια σε κάθε προσμονή και πρόβλεψή μου, πως ίσως ήταν αθώος, αθώος όχι με την έννοια πως μου ενέπνεε συμπάθεια ή στοργή, όχι, καθόλου έτσι, αλλά αθώος με την εννοιολογική σημασία, αγνός, με την έννοια πως τίποτα πάνω του δε μαρτυρούσε την ικανότητά του να πράττει, να δρα. Έμοιαζε με άτομο που ανακυκλώνει και αναπαράγει τον κόσμο που τον περιβάλλει , όχι με άτομο που δημιουργεί  ή γεννά το οτιδήποτε, και σκεφτόμουν πως ίσως, αυτό που μου δίδασκε η αθωότητα αυτού του ανθρώπου, τον οποίον παρόλα αυτά σιχαινόμουν και περιφρονούσα, ήταν η αθωότητα των πάντων, η αθωότητα ως γενική κατάσταση...''


Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα!