Χρυσούλα Διπλάρη: Εργαστήριο Ραπτικής, Εκδόσεις 24 Γράμματα
από τη Θέμιδα Παναγιωτοπούλου
Στη Χρυσούλα λέω συχνά πως η γραφή της είναι 'διπλάρειος'. Εκείνη γελάει. Επέμεινα όμως να χρησιμοποιούμε στο εξής αυτό τον όρο για να περιγράφουμε το ύφος με το οποίο αποτυπώνει τις σκέψεις της. Λέγοντας 'διπλάρειος' γραφή, εννοώ εκείνη την ειλικρινή, μεστή και χωρίς φτιασίδια πρόζα που συναντήσαμε διαβάζοντας τον κλασικό Έλληνα πεζογράφο Καραγάτση, και τον αποκαλυπτικό και καταιγιστικό λόγο της σύγχρονης Μεξικανής Φερνάντα Μελτσόρ. Η Χρυσούλα έχει δημιουργήσει μία εντελώς δική της γραφή, που είναι ένα κράμα από το ύφος του Καραγάτση και της Μελτσόρ.
Στο καινούργιο της βιβλίο, η Χρυσούλα που μας καθήλωσε με τα διηγήματά της στο ''Ευτυχώς που δεν πάθαμε τίποτα'', επιστρέφει με ένα βιβλίο που καταπιάνεται με μία χαμένη εποχή και μια κουλτούρα που μπορεί να ανιχνεύσει κανείς πια μόνο σε παλιές ελληνικές ταινίες νεορεαλισμού. Οι πρωταγωνίστριές της είναι γυναίκες. Γυναίκες με τσαγανό που το βάζουν πείσμα να ξεφύγουν από τη στερεοτυπική πατριαρχία και την προδιαγεγραμμένη μοίρα τους. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η Χρυσούλα που μισεί κάθε είδους καταπίεση και κομφορμισμό θα έδινε τέτοια πνοή στις ηρωίδες της. Η Πάτρα, κεντρικός χαρακτήρας του έργου της Χρυσούλας, θα μπορούσε να έχει πολλά κοινά με τη Τζελσομίνα από το La Strada, την ταινία σταθμό του ιταλικού νεορεαλιστικού σινεμά του Φεντερίκο Φελλίνι. Όμως η πορεία τους διαφέρει. Η Τζελσομίνα μένει βράχος δίπλα στο βίαιο και εκρηκτικό χαρακτήρα του Ζαμπανό, στον οποίο την πούλησε η ίδια της η οικογένεια. Αντίθετα η Πάτρα, αν και ορφανή και προδομένη από το οικογενειακό της περιβάλλον, θα βάλει πείσμα να σταθεί στα πόδια της, να δημιουργήσει, να ράψει έναν καινούργιο κόσμο με βελόνα και κλωστή, να μπαλώσει κάθε είδους αδικία και να φτιάξει τη θέση της στον κόσμο.
Μια ολόκληρη επαγγελματική κατηγορία φέρνει στο φως η Χρυσούλα Διπλάρη. Τις μοδίστρες της μεταπολεμικής Ελλάδας, που με τον ιδρώτα και τον κόπο τους, θέλησαν να ξεφύγουν από τη φτώχεια και την καταπίεση. Θέλουν να αλλάξουν το αναπόδραστο της περίκλειστης κάστας όπου μεγάλωσαν, να αντιστρέψουν με μανία τους όρους που επιβάλλει η οικονομική και κοινωνική νόρμα στις φτωχογειτονιές του Πειραιά όπου μεγαλώνουν. Στο δρόμο τους, η Πάτρα και οι φιλενάδες της, θα συναντήσουν τον έρωτα, άντρες αρπακτικά, γυναίκες ξιπασμένες αλλά και ανθρώπους δοτικούς. Θα έρθουν σε επαφή με κάθε καρυδιάς καρύδι, από οικονομικά ευκατάστατες κυρίες, μέχρι λιγότερο εύπορες. Κάθε πρόβα, μυρίζει κολόνια παλιάς εποχής, κάθε στρίφωμα συνοδεύεται από κουτσομπολιά που νοηματοδοτούν το κοινωνικό πρόσημο μιας εποχής, της μεταπολεμικής. Κάθε καινούργιο ρούχο που ράβεται είναι μια ιεροτελεστία και όσες γυναίκες μαζεύονται στις πρόβες, είναι όλες τους ιέρειες σε ένα μυστήριο που παρασέρνει τις ζωές τους. Ο χρόνος περνά και οι μόδες αλλάζουν μαζί με την πολιτική...Η δικτατορία προσπαθεί να φιμώσει τους ανθρώπους...
...''Πίσω όμως από τα φερμουάρ, ο κόσμος εξακολουθούσε να γυρίζει, οι άνθρωποι δούλευαν, διασκέδαζαν κι ερωτεύονταν, τα παιδιά μεγάλωναν, οι μόδες διαδέχονταν η μία την άλλη. Η ζωή συνεχίζεται και πάντα βρίσκει τρόπους να επικοινωνεί στη σιωπή και ν'αντιστέκεται στα σκοτάδια. Διότι, όπως είναι γνωστό στον κόσμο της ραπτικής, σε ένα στενό ρούχο που φιλοξενεί ένα πληθωρικό σώμα, όσο γερά κι αν είναι ραμμένο το φερμουάρ, κάποτε θ'ανοίξει...και δεν υπήρξε, ούτε θα υπάρξει ποτέ σώμα πιο πληθωρικό από εκείνο της ζωής...''
Ο χρόνος εξακολουθεί να περνά αμείλικτος και εκτός από τις πολιτικές συγκυρίες, αλλάζει και η σύνθεση στο εργαστήριο ραπτικής. Αρχίζει μια αμετάκλητη εποχή αποχαιρετισμών. Φιλικά και στενά πρόσωπα φεύγουν. Η Πάτρα τότε αναλογίζεται τα παλιά, περνούν σαν τοιχογραφία προσώπων μπροστά από τα μάτια της, όλες οι σχέσεις της με ανθρώπους που φόρεσαν τα δικά της ραμμένα ρούχα, με εκείνους που δεν τα κατάφεραν να αποκτήσουν όσα ποθούσαν, σκέφτεται τη Μπέμπα που προδόθηκε και μαράθηκε πάνω στα νιάτα της, σκέφτεται κι εκείνο το νυφικό Valentino μέσα στο οποίο ξόδεψε τα νιάτα της η Αρετούλα...και ξάφνου σαν αναλαμπή το παίρνει απόφαση. Στερήθηκε μια ζωή, δε θα στερηθεί άλλο, ούτε και θα χάσει χρόνο...
...''Το ταξί κόρναρε απέξω. Βγήκε και κλείδωσε πίσω της την πόρτα. "Αεροδρόμιο!, είπε προτού καλά καλά μπει στο αυτοκίνητο. "Γρήγορα παρακαλώ! Πρέπει να προλάβω την πτήση για Παρίσι...''
Κάπως έτσι, κλείνει η συγγραφέας μέσα στο έργο της μια ολόκληρη εποχή, κάπως έτσι πέφτει η αυλαία μιας γενιάς μοδιστρών, που βιοπορίζονταν και φιλοδοξούσαν να αποκτήσουν την ανεξαρτησία τους μέσα από την τέχνη της μοδιστρικής. Μόλις διάβασα το βιβλίο κάλεσα αμέσως τη Χρυσούλα να της πω πόσο μου άρεσε και δεν προλάβαινα να της αναφέρω τα σημεία που μου άρεσαν πιο πολύ. Της ανέφερα την Πάτρα, τη Μπέμπα, τον απερίγραπτα ρομαντικό έρωτα της Μαρίνας. Μου μίλησε για αυτές τις γυναίκες, τις γνώρισε από κοντά η Χρυσούλα. Οι ηρωίδες της είναι συγκλονιστικές γιατί είναι αληθινές...