Alberto Mendez: Τα Τυφλά Ηλιοτρόπια, Εκδόσεις Πάπυρος

από τη Θέμιδα Παναγιωτοπούλου
Το όμορφο με επισκέψεις σε μικρά βιβλιοπωλεία, είναι η επαφή με τους ανθρώπους του βιβλιοπωλείου. Το συγκεκριμένο αριστούργημα, το προμηθεύτηκα κατόπιν σύστασης του Χρήστου από το βιβλιοπωλείο Ακυβέρνητες Πολιτείες που βρίσκεται επί της οδού Σβώλου 28 στη Θεσσαλονίκη και νομίζω δε γίνεται να επισκεφτείς την πόλη και να μην περάσεις από αυτό το βιβλιοκαφέ.
Η ονομασία ''Ακυβέρνητες Πολιτείες'', παραπέμπει στη διάσημη τριλογία του Στρατή Τσίρκα, που ειδικά το τρίτο μέρος της ''η νυχτερίδα'', τελειώνει σε ένα καφενείο της Θεσσαλονίκης. Ωστόσο υπάρχει λόγος που βαφτίστηκε έτσι ελεύθερα το βιβλιοκαφέ, αφού εδώ δεν υπάρχουν ιδιοκτήτες, εργοδότες και εργαζόμενοι, παρά μόνο άνθρωποι με μεγάλα όνειρα.
Αφού μιλήσαμε λίγο για λογοτεχνία και διαβάσματα, ο Χρήστος, μου πρότεινε να διαβάσω "Τα Τυφλά Ηλιοτρόπια'', που έχει γυριστεί και σε ταινία, έχει κερδίσει Εθνικό Βραβείο Πεζογραφίας το 2005 ενώ το 2004 πήρε το βραβείο Setenil το οποίο απονέμεται μόνο σε εν ζωή συγγραφείς, όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση του Alberto Mendez πραγματοποιήθηκε μια εξαίρεση, αφού το 2004 έφυγε από τη ζωή ο συγγραφέας, λίγους μήνες πριν του δοθεί το βραβείο.
Ο Mendez διωγμένος από το φρανκικό καθεστώς για τη δημόσια έκφραση των ιδεών του, στρατευμένος αριστερός, γεννήθηκε στη Ρώμη το 1941 όπου έζησε τα παιδικά του χρόνια, όμως αργότερα επέστρεψε στην πατρίδα του την Ισπανία. ϊδρυσε τον εκδοτικό οίκο Ciencia Nueva, που σαν στόχο είχε την ανάδειξη έργων που παλιότερα θα διώκονταν.
Στα ''Τυφλά Ηλιοτρόπια'', παρακολουθούμε τέσσερις ιστορίων νικημένων από κάθε στρατόπεδο του ισπανικού εμφυλίου, που κατασπάραξε τα πολιτικά θεμέλια της Ισπανίας για χρόνια, αφήνοντας ένα απόστημα όμοιο με αυτό που σήμερα συναντά κάποιος στην Ελλάδα. Η Ισπανία σήμερα, είναι ίσως η μόνη χώρα μαζί με την Ελλάδα που δεν έχει συμφωνηθεί ακόμα πώς θα πρέπει να παρουσιαστούν τα γεγονότα της εμφυλιακής και μετεμφυλιακής περιόδου, ακριβώς γιατί οι μνήμες παραμένουν νωπές.
Ο Alberto Mendez μοιάζει να προετοιμαζόταν όλη του τη ζωή για να καταθέσει μαρτυρίες από τον ισπανικό εμφύλιο, με τέτοια ακρίβεια και ζωντάνια.
Έχει ιδιαίτερη σημασία να προσέξει ο αναγνώστης στη σελίδα ακριβώς πριν την εξιστόρηση της πρώτης ιστορίας (ήττας), ένα μικρό κείμενο που ανήκει στον Κάρλος Πιέρα που προλογίζει την εισαγωγή στο βιβλίο του κορυφαίου Ισπανού ποιητή Τόμας Σεγκόβια (En los ojos del dia: antologia poetica Στα μάτια της ημέρας: ποιητική ανθολογία). Το νόημα του κειμένου αυτού δε γράφτηκε τυχαία λίγο πριν την έναρξη των ιστοριών. Είναι το κύριο νόημα που διατρέχει το έργο του Alberto Mendez. Αναφέρω το κείμενο εδώ:
Ξεπερνώ σημαίνει αποδέχομαι, όχι αλλάζω σελίδα ή ξεχνώ. Στην περίπτωση μιας τραγωδίας είναι αναμφισβήτητα απαραίτητη η κάθαρση μέσω του πένθους το οποίο ουδόλως σχετίζεται με το αν θα υπάρξει ή όχι συμφιλίωση και συγχώρεση. Στην Ισπανία δεν τηρήθηκε πένθος, γεγονός που μεταξύ άλλων, θα σήμαινε και δημόσια αναγνώριση ότι συνέβη κάτι τραγικό και κυρίως ανεπανόρθωτο. Αντιθέτως, τιμάται ξανά και ξανά, στο πλαίσιο της σχετικής ομαλότητας που απολαμβάνουμε, η σύγχυση ανάμεσα στο τί αποτελεί πλέον ιστορικό γεγονός και στο τί ακόμα όχι ( και μάλλον δεν θα αποτελέσει ποτέ), στο τί ανήκει στη ζωή και τι στην απουσία της. Το πένθος δεν είναι καν θέμα αναμνήσεων: δεν βιώνεται τη στιγμή που κάποιος θυμάται ένα νεκρό, ανάμνηση που μπορεί να είναι επώδυνη ή παρηγορητική, αλλά τη στιγμή που γίνεται ξεκάθαρη η οριστική απουσία. Σημαίνει να κάνουμε δική μας την ύπαρξη του κενού.
Το πρόβλημα με την Ισπανία, είναι ότι το πένθος αυτό ακόμα δε βιώθηκε...σύμφωνα με τον Mendez.
Οι πρωταγωνιστές των τεσσάρων ιστοριών, είναι ανθρώπινα ερείπια, νεκροζώντανα σκιάχτρα που περιφέρονται στους δρόμους, τα σοκάκια και τα χαρακώματα μιας χώρας φαντάσματος και συνομιλούν διαρκώς με τον θάνατο. Δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι παρά μόνο ηττημένοι. Γιατί για να υπήρχαν νικητές έπρεπε να υπήρχαν ζωντανοί. Και εδώ, στόχος ήταν η συστηματική εξόντωση. Οι δολοφονίες.
Παραθέτω ένα απόσπασμα από την τέταρτη και τελευταία ιστορία του βιβλίου:
...''Ο Ρικάρντο δίστασε για μια στιγμή πριν ριχτεί σε εκείνη την εσωτερική αυλή από την οποία για τόσο πολύ καιρό προσπαθούσε να προστατευτεί . Όταν πλέον είχε αρχίσει την πτώση, πρόλαβε να κοιτάξει την Ελένα και το γιο του με ένα θλιμμένο χαμόγελο σαν κι αυτά που φοράνε οι άνθρωποι στους θλιμμένους αποχαιρετισμούς.
Μάλλον έχει δίκιο εκείνη, γιατί δε μπόρεσα ποτέ να ξεχάσω το βλέμμα του πατέρα μου, όταν ρίχτηκε στο κενό, το χαμογελαστό του πρόσωπο την ώρα που ο φωταγωγός ρουφούσε το αφημένο σώμα του, αν και αυτό είναι αδύνατον, γιατί το ύψος μου δεν μου επέτρεπε τότε να σκύψω έξω από το παράθυρο.
Εδώ τελειώνει η εξομολόγησή μου, Πατέρα. Δε θα ξαναγυρίσω στο μοναστήρι και θα προσπαθήσω να ζήσω σαν καλός χριστιανός μακριά από την ιεροσύνη. Δώστε μου άφεση αμαρτιών, αν η ευσπλαχνία του Κυρίου σας το επιτρέπει. Ένας ακόμα θα είμαι αποδώ και πέρα ανάμεσα στο ποίμνιο, ένα ακόμη από όλα αυτά τα τυφλά ηλιοτρόπια, ανάμεσα στα οποία ζω.''
Επέλεξα να παραθέσω απόσπασμα από την τελευταία ιστορία, ακριβώς γιατί οι διαφορετικές αφηγήσεις, αποδεικνύουν την ξεχωριστή ανάγνωση της ίδιας αλήθειας.